Παρασκευή 3 Μαρτίου 2017

3(3) Ingrid Jonker




Απόδραση

Από αυτό το Valkenburg Φάλκενμπεργκ έχω δραπετεύσει
μεσ' απο τις σκέψεις μου στον Κόλπο Gordon Γκόρντον έχω επιστρέψει
Με γυρίνους παίζω κολυμπώντας σ' ελευθερία
σε κόκκινα δέντρα Krantz σβάστικες χαράζω

Είμαι το σκυλί που ένοχα κινείται από παραλία σε παραλία
κόντρα στης νύχτας τη δροσιά γαβγίζει άλαλα μονάχο

Είμαι ο γλάρος σε πτήσεις πεινασμένες
γεύματα για να σερβίρει από ανιαρές νύχτες πεθαμένες
Ο θεός που από άνεμο σ' έπλασε και δροσιά
για νάβρει μέσα σου εκπλήρωση η δική μου ανθρωπιά

Ξεβρασμένο κείται το κορμί μου ανάμεσα σε ζιζάνια και χόρτα
στους τόπους όλους που ανοίξαμε κάποτε ρότα.

Valkenburg: ψυχιατρικό νοσοκομείο στο Κέιπ Τάουν

κατά πληροφορίες νοσηλευόταν εκεί η μητέρα της την οποία επισκεπτόταν
krantz tree: δέντρα με κόκκινους καρπούς, είδος αλόης μάλλον
swastikas: [...], the literal meaning of Swastika is "One that is self-existent", or "self-existing", in other words; "Unborn and directly originating from eternity since time eternal" [Wikipedia]


Το παιδί μέσα μου πέθανε σιωπηλά

Το παιδί μέσα μου πέθανε σιωπηλά
παραμελημένο, τυφλό, και χωρίς δεσμά

όπως καταβυθιζόταν αργά σε μια λίμνη μικρή
πνίγηκε κάπου στο σκοτάδι πέρα εκεί

τη στιγμή που απρόσεκτος σαν τέρας εσύ
συνέχιζες με κέφι στη δική σου γιορτή

Με επιδέξια προειδοποίησες χειρονομία
για το θάνατο ή τον κίνδυνο την πρωία

αλλά στον ύπνο μου βλέπω δάχτυλα μικρά
η λάμψη της οδοντοστοιχίας σου καθυστερεί ακόμη στη νυχτιά:

επαναλαμβανόμενα ριγώ κι απορώ
εσύ σκότωσες το παιδί; εσύ την χώρισες στα δυό;


Το πρόσωπο της αγάπης

το πρόσωπό σου είναι το πρόσωπο όλων
πριν από εσένα και μετά από εσένα και
τα μάτια σου ήρεμα σαν μια γαλάζια
αυγή που σπάει από στιγμή σε στιγμή
των σύννεφων ποιμένας
της λευκής ιριδίζουσας ομορφιάς φρουρός
το τοπίο του στόματός σου -που- φανερώνει
πως έχω ταξιδέψει
κρατά το μυστικό ενός χαμόγελου
σαν μικρά λευκά χωριά πέρα από τα
βουνά
κι η καρδιά σου χτυπά το μέτρο της
έκστασής τους

δεν υπάρχει ζήτημα αρχής
δεν υπάρχει θέμα ιδιοκτησίας
δεν υπάρχει πιθανότητα θανάτου
του πολυαγαπημένου μου πρόσωπο
το πρόσωπο της αγάπης.


Είμαι με εκείνους που

είμαι με εκείνους
που υπερβαίνουν το όριο στο σεξ
γιατί το άτομο δεν μετράει
με εκείνους που μεθάνε
ενάντια στην άβυσσο του μυαλού
ενάντια στις υπαίθριες γιορτές προσποίησης
ενάντια στη σιωπηρή ήττα στους ναούς
με εκείνους που φτωχοί και γέροι
αντιστέκονται στο θάνατο -την ατομική βόμβα των ημερών
με εκείνους που κρατούνται αγκυλωμένοι στα ιδρύματα
συγκλονισμένοι από ηλεκτρικό ρεύμα
μέσα από τους καταρράκτες των νεύρων
με εκείνους τους στερημένους αφρικανούς μιγάδες
με εκείνους που σκοτώνουν
γιατί κάθε θάνατος επιβεβαιώνει από την αρχή
το ψέμμα της ζωής
και παρακαλώ ξεχάστε
την δικαιοσύνη ----------- δεν υφίσταται
την αδελφοσύνη --------- είναι απάτη
την αγάπη ----------------- δεν έχει κανένα δικαίωμα.


Σάρκα πικρή αυγή

Σάρκα πικρή αυγή
σάρκα πικρή ήλιε
ένας καθρέφτης έσπασε
ανάμεσα σε μένα κι εκείνον

Προσπαθώ να βρω τη λεωφόρο
ίσως για να δραπετεύσω
αλλά παντού των λέξεών του
τα μονοπάτια με παρασύρουν

Πεύκων μικρό δασάκι θυμήσου
πεύκων μικρό δασάκι ξέχνα
όσο και το δρόμο μου να χάνω
στη μετάνοια μου βηματίζω επάνω

Παπαγάλος πολύχρωμος ηχώ
με παίζει με περιγελά
έως ότου μαγευτώ
(για) να ανακτήσω το τραγούδι το κοροϊδευτικό

Η ηχώ δεν δίνει καμιά απάντηση
εκείνος απαντά σε όλους
σάρκα πικρή χαραυγή
σάρκα πικρή ήλιε.

 *Berry: σαρκώδες φρούτο, απύρηνος καρπός, ρόγα

Το παιδί δεν είναι πεθαμένο

ΤΟ παιδί δεν είναι πεθαμένο
το παιδί σηκώνει τις γροθιές του ενάντια στη μητέρα του
όποιος φωνάζει Αφρική ξεφωνίζει τη μυρωδιά
από ελευθερία και φρύγανο
στους τόπους της καρδιάς υπό πολιορκία

ΤΟ παιδί σηκώνει τις χούφτες του ενάντια στον πατέρα του
στην πορεία των γενεών
όποιος φωνάζει Αφρική ουρλιάζει τη μυρωδιά
από δικαιοσύνη και αίμα
στους δρόμους της αρματωμένης περηφάνιας του

ΤΟ παιδί δεν είναι πεθαμένο
ούτε στη Λάνγκα ούτε στη Νιάγια
μήτε στο Ορλάντο μήτε στη Σέπερβιλ
ούτε και στο αστυνομικό τμήμα στη Φιλιπί
όπου βρίσκεται ξαπλωμένο με μια σφαίρα στο κεφάλι

ΤΟ παιδί είναι η σκιά των στρατιωτών
επιφυλακή με όπλα σάρακες και γκλομπ
το παιδί είναι παρόν σε όλες τις συναντήσεις και τις νομοθεσίες
το παιδί κρυφοκοιτάει ανάμεσα στα παράθυρα των πισιτών και τις καρδιές των μητέρων
το παιδί που ήθελε μόνο να παίζει στον ήλιο στη Νιάγια είναι παντού
το παιδί που έγινε άντρας ταξιδεύει σε όλη την Αφρική
το παιδί που έγινε γίγαντας ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο

Χωρίς πάσο


Αυτό το ταξίδι

Αυτό το ταξίδι που καταστρέφει την εικόνα σου
σχισμένος άγγελος, ματωμένος, πεταγμένος στα σκυλιά
αυτό το τοπίο ερειπωμένο όπως το μέτωπό μου
από (τα) ρόδα στεφανωμένο

Θέλησα να σε βλέπω να περπατάς χωρίς αλυσίδες
λαχταρούσα να δω το πρόσωπό σου ανοικτό και ελεύθερο
το σπασμένο σου πρόσωπο και στεγνό όπως η λάσπη
περιτυλιγμένη από γη

τις νύχτες της απουσίας χωρίς μάτια
έχω ικετεύσει να σε δω να μεταφέρεις ένα αληθινό αστέρι
έχω ικετεύσει να δω γαλάζιο ουρανό και να ακούσω
μια λέξη από τη ζωή

πικρέ ψεύτικε άγγελε με μια φλόγα στο στόμα (σου)
δυο χελιδόνια έβαλα κάτω από τις μασχάλες σου
και ζωγραφισμένο ένα μυστικό σταυρό πάνω στο πρόσωπό σου
για τον άντρα

που κάποτε μου θύμησες.

[ μετάφραση από τα αγγλικά.: Ασημίνα Λαμπράκου ]

 ---

  Escape

From this Valkenburg have I run away
and in my thoughts return to Gordon’s Bay:
I play with tadpoles swimming free
carve swastikas in a red-krantz tree

I am the dog that slinks from beach to beach
barks dumb-alone against the evening breeze

I am the gull that swoops in famished flights
to serve  up meals of long-dead nights
The god who shaped you from the wind and dew
to find fulfilment of my pain in you:

Washed out my body lies in weed and grass
in all the places where we once did pass.

© Translation: 2007, Antjie Krog & André Brink

 The child in me died silently

(Option 1)

The child in me died silently
neglected, blind and fetter-free

sunken slowly in a little pond
drowned somewhere in the dark beyond

while you oblivious as a beast
with mirth continued at your feast.

Not with crude gesture did your warn
of death or danger in the morn

but in my sleep I see small fingers
the flare of  your teeth at night still lingers:

repeatedly I shiver and wonder
did you kill the child, put it asunder?

 The face of love

Your face is the face of all the others
before you and after you and
your eyes calm as a blue
dawn breaking time on time
herdsman of the clouds
sentinel of white iridescent beauty
the landscape of your contesses mouth
that I have explored
keeps the secret of a smile
like small white villages beyond the
mountains
and your heartbeats the measure of
their ecstasy

There is no question of beginning
there is no question of possession
there is no question of death
face of my beloved
the face of love


  i am with those who abuse sex
because individual doesn't count
with those who drunk
against the abyss of the brain
against the illusion that life
once was beautiful or good or significant
against the garden parties of pretence
against the silence beating at the temples
with those who poor and old
compete against death the atomic bomb of the days
with those numbed in institutions
shocked with electric currents
through the cataracts of nerves
with those who have been deprived of their hearts
like colour from traffic light of safety
like coloureds africans dispossessed
with those who kill
because every death confirms anew
the lie of life
and please forget
about justice it doesn't exist
about brotherhood it's a fraud
about love it has no right


Bitter-berry daybreak

Bitter-berry daybreak
bitter-berry sun
a mirror has broken
between me and him

I try to find the highway
perhaps to run away
but everywhere the footpaths
of his words lead me astray

Pinewood remember
pinewood forget
however much I lose my way
I step on my regret

Parrot-coloured echo
tricks me tricks me on
until I turn beguiled
to retrieve the mocking song

Echo gives no answer
he answers everyone
bitter-berry daybreak
bitter-berry sun

The child who was shot dead by soldiers in Nyanga

The child is not dead
the child raises his fists against his mother
who screams Africa screams the smell
of freedom and heather
in the locations of the heart under siege
The child raises his fists against his father
in the march of the generations
who scream Africa scream the smell
of justice and blood
in the streets of his armed pride
The child is not dead
neither at Langa nor at Nyanga
nor at Orlando nor at Sharpeville
nor at the police station in Philippi
where he lies with a bullet in his head
The child is the shadow of the soldiers
on guard with guns saracens and batons
the child is present at all meetings and legislations
the child peeps through the windows of houses and into the hearts of mothers
the child who just wanted to play in the sun at Nyanga is everywhere
the child who became a man treks through all of Africa
the child who became a giant travels through the whole world
Without a pass

© Translation: 2007, Antjie Krog & André Brink

This journey

This journey which obliterates your image
torn blood-angel thrown to the dogs
this landscape is deserted as my forehead
wound of the roses

I have wanted to see you walk without chains
I longed to see your face open and free
your broken face and dry as the mud
wound of the earth

in the nights of absence without eyes
I have cried to see you carry a real star
I have cried to see the blue sky and to hear
one word from life

bitter angel untrue with a flame in your mouth
I have placed two swallows under your armpits
and drawn a secret cross on your face
for the man

of whom you had reminded me once.

-------



Ingrid Jonker

(19 Σεπτεμβρίου 1933 - 19 July 1965)  

Η Jonker γεννήθηκε σε ένα αγρόκτημα στο  Ντάγκλας, Βόρειο Ακρωτήριο. Ήταν κόρη του Αβραάμ Jonker και της Βεατρίκης Cilliers. Οι γονείς της χώρισαν πριν γεννηθεί.

Το 1943, η μητέρα Jonker πέθανε .  Η Ingrid και η μεγαλύτερη αδελφή της Άννα αποστέλλονται στο Wynberg, Γυμνάσιο Θηλέων στο Κέιπ Τάουν, όπου άρχισε να γράφει ποίηση για το σχολικό περιοδικό. Αργότερα μετακόμισε με τον πατέρα τους και την τρίτη σύζυγό του και τα παιδιά τους. Εκεί οι δυο αδελφές αντιμετωπίστηκαν ως παρείσακτες, πράγμα που επέφερε οριστική ρήξη με τον πατέρα τους.

Η ενασχόληση της Jonker με την γραφή ποιημάτων ξεκίνησε όταν ήταν έξι χρονών. Στην ηλικία των δεκαέξι ετών άρχισε να αλληλογραφεί με τον DJ Opperman, συγγραφέα και ποιητή της Νότιας Αφρικής, οι απόψεις του οποίου  φαίνεται να επηρέασαν σε μεγάλο βαθμό το έργο της. Έγραψε στα Αφρικάανς και ποιήματά της έχουν ευρέως μεταφραστεί σε άλλες γλώσσες.  Η Jonker συχνά αποκαλείται η Νοτιοαφρικανή Σύλβια Πλαθ, λόγω της έκτασης της δουλειάς της, τη θεματολογία και την τραγική πορεία της ζωής της

Η Jonker παντρεύτηκε τον Pieter Venter το 1956, και γέννησε την κόρη τους Simone το 1957. Το ζευγάρι μετακόμισε στο Γιοχάνεσμπουργκ, αλλά τρία χρόνια αργότερα χώρισαν. Η Jonker και η κόρη της, στη συνέχεια μετακόμισαν πίσω στο Κέιπ Τάουν.

Κατά τη διάρκεια της νύχτας της 19ης Ιουλίου 1965, η Jonker φέρεται να έχει πάει στην παραλία στο Three Anchor Bay στο Κέιπ Τάουν, όπου μπήκε στη θάλασσα και πνίγηκε.

Ο πρώην Πρόεδρος της Ν Αφρικής, Νέλσον Μαντέλα, σε ομιλία του όπου ανέγνωσε το ποίημα της Γιόνκερ: The Child, είπε μεταξύ άλλων αναφερόμενος στην ίδια:
[...] με αυτό το θαυμάσιο όραμα, η Γιόνκερ μας δείχνει πως η προσπάθειά μας πρέπει να είναι προς την κατεύθυνση της απελευθέρωσης της γυναίκας, του ανθρώπου, του παιδιού. Η Jonker υπήρξε και ποιήτρια και νοτιοαφρικανή, λευκή Αφρικανή και Αφρικάνερ. Υπήρξε καλλιτέχνης και ανθρώπινο ον. Στη μέση της απελπισίας, εξύμνησε την ελπίδα. Αντιμέτωπη με τον θάνατο, διεκδικούσε την ομορφιά της ζωής.

Το έργο της Γιόνκερ και η ίδια αναγνωρίστηκαν και αποτελούν πλέον οδηγό για τις νέες γενιές Αφρικανών και Νοτιοαφρικανών.

Η Κυβέρνηση της Νότιας Αφρικής απέδωσε στην Ingrid Jonker το βραβείο  Ikhamanga in Silver at the National Orders awards on 19 October 2004, αναγνωρίζοντας την εξαιρετική συμβολή της τόσο στη Λογοτεχνία όσο και στη μάχη για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Δημοκρατία.


πηγές: Wikipedia, South African History Online, allpoetry






© Assimina

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου