Ερήμην
Λίγες ακόμα μέρες να περάσουν και θα δεις
με τ’ ανοιχτά πουκαμισάκια μ ας θα βγούμεέξω στο φως αρκεί να φύγει η χειμωνιά
να ξαναρθούνε στις φωλιές τα χελιδόνια
έλεγες πάντα για να σπρώχνεις τον καιρό
κι ούτε στιγμή ποτέ –θαρρώ– δε συλλογιόσουν
πως κάπως έτσι η ζωή δειλά προσπέρασε
αθέατη, ερήμην, δίχως λέξη.
*** *** ***
Ποιος θα μου πει
Αργά-αργά να μου μιλάς
και να βυθίζομαι
σε μέρη μακρινά σε τόπους
άλλους
σε χώρες που κανείς ποτέ δεν είδε
εκεί που ο χρόνος δεν περνά κι η μέρα στάθηκε
πάνω στο κόκκινο χαλί, τις παπαρούνες
κάτω από σύννεφα λευκά που ταξιδεύουνε
με μιαν ανάσα μοναχά και ξεμακραίνουν.
Άσε με αν θες να κοιμηθώ – τόσο κουράστηκα
να περπατώ, να περπατώ και πια δε θέλω
άχρωμα πρόσωπα ψυχρά, εύθραυστα δάχτυλα
ψεύτικα αισθήματα κενά, λόγια μεγάλα.
Λόγια της γης και των
νερών ποιος τάχα έμαθε
ποιος θα μου πει τα
συναξάρια των ανέμων
εδώ που γέρασα ανέστιος
και άκληρος
στους σκονισμένους
δρόμους των ανθρώπων.
© Assimina
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου