Πρωί το διάβαζα: "Τελικά μήπως το θέμα είναι να είμαστε ευτυχισμένοι εκεί που είμαστε και να μην βγάζουμε την αυταπάτη του άλλου, δίχως να έχουμε να του δώσουμε κάτι να καλύψει το κενό που του προκαλέσαμε;" από ανάρτηση της Ελένης Βιτάλη
Να τους φυλάτε αυτούς τους ανθρώπους, να τους κρύβετε βαθειά μέσα σας, όποτε σας φανερώνονται, μη λασπωθούν, θέλησα να πω, φέρνοντας στο νου μου ανθρώπους της δικής μου ζωής, που, κάνοντας κριτική, τοποθετούν κάτι στο κενό που δημιουργούν
Έτσι ήρθε και θυμήθηκα το παρακάτω, που έγραψα κάποτε έχοντας καλή γνώση ενός χαρακτήρα που για να τον γνωρίσεις (και ίσως τον δεχτείς), πρέπει να βάλεις απόσταση, μεγάλη απόσταση, από αυτόν...
[ορισμός επιθυμητού επιλόγου ως αρχή μιας συνέχειας]
η εικόνα
ένας άντρας μια γυναίκα υπόγειος σταθμός τρένου ταξιδιού
σύντομης διάρκειας αποβάθρες αντίθετης κατεύθυνσης
ρίχνουν ο ένας στον άλλον στραγάλια παρότι γύρω τους
υπάρχουν πιο ογκώδη αντικείμενα ικανά να πληγώσουν
ανεπανόρθωτα
σε κάθε βολή άντρας γυναίκα μεταφέρονται ένα εκατοστό
πιο κοντά στις γραμμές και ένα εκατοστό πιο πάνω από την
επιφάνεια της πλατφόρμας όπου ο καθένας στέκεται
σε κάθε μεταφορά τους προς τα πάνω και εμπρός ένας κόμπος
ιδρώτα δένεται στα πρόσωπά τους και ένα από τα κουμπιά των
ενδυμάτων τους λύνεται
πριν τη τελευταία ρίψη έχουν βρεθεί επάνω ακριβώς από το
κέντρο των αντίθετων διαδρομών των τρένων σε απόσταση
εκατοστού ο ένας από τον άλλον γυμνοί και κάθιδροι δεν
πετούν αλλά τοποθετούν τα στραγάλια τους ο καθένας στο
στόμα του άλλου
οι ράγες ενώνονται τα τρένα που περνούν εκείνη τη στιγμή
αφομοιώνονται ο σταθμός περνά σε μονή διάσταση κι οι ίδιοι
χάνονται μέσα στη φεγγοβολή που έχουν δημιουργήσει με την
επαφή τους
η επόμενη στιγμή τους έχει βρει άυλες υποστάσεις στις ράγες
περιέχοντας ο ένας τον άλλο σαν ένα να κυλάνε ομότροχα σαν
από εκπλήρωση της επιθυμίας να έχει ο ένας εκείνο που έχει ο
άλλος δίχως κανείς τους να απολέσει το περιεχόμενό του
δυο οδηγοί λεωφορείων της γραμμής κι ένας άντρας ακουμπισμένος στη σέλα της μηχανής του θα παίρνουν όρκο για την εικόνα ενός άντρα να αφήνει νύχτα το σταθμό χαρίζοντας ένα: τι ωραία!, στο σκοτάδι και μια γυναίκα να κατεβαίνει συγκατανεύοντας αορίστως προς την άλλη κατεύθυνση τις σκάλες διαταράσσοντας οι δυο τους συναινετικά την εκκεντρότητα μιας έλλειψης που προστέθηκε στο δικό τους μέλλον γιατί είναι αυτό που έπρεπε να συμβεί
(αυλαία)
[έχει δημοσιευτεί στο e- περιοδικό Staxtes]
Έφυγαν τότε οι συνειρμοί προς κάποιο κείμενο του Σέρνα, που λέει ομορφότερα το ίδιο και βάζει και τον έρωτα να κάνει κουμάντο κάπως, και μετά στη Σοφία τη Γεωργαλλίδη που είπε πως σε ότι γράφω έβλεπε και τον έρωτα, κι είπα, θάναι από τον δάσκαλο στον Ηλεκτρισμό στο φροντιστήριο του Κανέλλου, τότε, που μας κουβέντιαζε πως έρωτας είναι κι οι στάλες της βροχής όπως ακουμπάνε το πρόσωπο βαδίζοντας τους δρόμους της πόλης κάποιο σούρουπο, και λέω τώρα πως ίσως νάναι και από τα αναγνώσματα της μικρής ηλικίας ή εκείνους που με γέννησαν...
Γι' αυτό είναι που σου είχα πει: εσείς, μη ρωτάτε από πότε γράφουμε... τι διαβάσαμε να ρωτάτε, εκεί και το από πότε...
© Assimina
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου