(από τον χώρο του στο facebook)
ΠΗΝΕΛΟΠΕΣ
(Σχὀλιο
στις ΠΗΝΕΛΟΠΕΣ της Αγγέλας Καστρινάκη)
Δεν
ήταν όλες τους βασίλισσες -απλές γυναίκες ήσαν,
σαν
τη μάνα του Γκανά και σαν τη μάνα του Γκατζογιάννη.
Δεν
περίμεναν να γυρίσουν, από περιώνυμες εκστρατείες,
βασιλικούς
συζύγους, πολέμαρχους εκπορθητές,
τους
άντρες τους περίμεναν,
που,
σε άλλα μήκη και σε άλλα πλάτη,
πάλευαν
για το ψωμί και το αλάτι,
σε
ταπεινές δουλειές – κακοπληρωμένες,
άλλος
πιατάς κι άλλος οδοκαθαριστής,
κ΄
οι πιό άτυχοι,
πότε
στα έγκατα της γης΄
και
πότε κρεμασμένοι σ’ αφύλαχτες σκαλωσιές,
διακόσα
μέτρα πάνω από την άσφαλτο,
όπου
πολλοί κατέληγαν και δε γύριζαν πίσω.
Δεν
τις πολιορκούσαν αργόσχολοι πρίγκιπες,
οι
αγαπητικοί του τόπου τους τις γυρόφερναν,
τη
μιά με καλοπιάσματα, την άλλη με φοβέρες.
Δεν
ύφαιναν και δεν εξύφαιναν αρχνοϋφαντα πέπλα,
για
ν’ αναβάλλουν την υποταγή στις απαιτήσεις του σώματος
που
θέλει και ζητεί.
Με
παγερά βλέμματα τους κράταγαν μακριά, οι αυστηρές και υπερήφανες,
εκείνες,
πού μήτε στον άντρα τους, μήτε σε κανέναν ποτέ άντρα,
δε
είχανε αφήσει περιθώριο, να τις σκεφτεί και να τις πλησιάσει,
αλλιώς
απ΄ ότι αυτές θα όριζαν.
Ή,
με
κατεβασμένα μάτια και γρήγορο περπάτημα, οι άλλες,
οι
πιο ερωτικές και πιο συνεσταλμένες, αυτές που θέλαν και δε θέλανε,
μα
νοιάζονταν για του ξενιτεμένου την τιμή,
περσότερο
απ’ την ανάγκη της πυρωμένης σάρκας,
και
έτρεμαν τη γειτονιά που «κέρβερος φυλάει
πίσω
απ’ τα κεντητά τα κουρτινάκια,
κ’
η κοφτερή ματιά της, τρυπάει τα παραθύρια σου
και
μπαίνει δίχως ρώτημα, με κάποιαν επιτήδευση
απαισία…»,
κατά πώς τό ‘ ζησε και το λέει,
η
τόσο άδικα αποσιωπημένη, Χρυσούλα Χατζηγιαννιού.
Δεν
ήταν όλες τους βασίλισσες - απλές γυναίκες ήσαν,
γυναίκες
εξορίστων και εξόριστες γυναίκες.
Άλλες
στα ξερονήσια κι άλλες στις φυλακές της αντίπαλης παράταξης,
όμοια
γραπωμένες από τις δαγκάνες τις Ιστορίας, με τους δεσμώτες τους
και
τους βασανιστές τους,
που,
κάποιες, κάποτε, αν τα πράγματα, είχαν έρθει αλλιώς,
θα
τους ήθελαν για εραστές,
και
κάποιες, (οι πιο τραγικές, κι οι πιο βασανισμένες),
κάποτε
τους είχαν κιόλας,
γιατί
το σώμα, είναι ένα άλλο ζώο, και δεν ρωτά κανένα,
όταν
λυσσάει και θέλει να δοθεί.
Δεν
ήταν όλες τους βασίλισσες - απλές γυναίκες ήσαν,
κ΄
η πιό απλή, η πιό καλή, κ’ η πιό αδικημένη,
ήταν,
η κόρη του Ιωακείμ και της ΄Αννας, η άδολη Μαρία,
που
παιδίσκη έτι την πήγαν στο ναό και την έταξαν,
-ως
τό ‘χανε αποφασίσει πριν ακόμη συλληφθεί-,
σε
άντρα γέρο, απρόσιτο και απόντα.
Κι
αφού της στέρησαν τις παιδιάτικες χαρές,
κλεισμένη,
όπως την είχαν στο ναό, ως τα δώδεκά της,
την
πάντρεψαν, κατά πως τό ‘χαν υποσχεθεί,
με
τον Κύριο, (της είπαν), και Θεό της,
που,
σαν
τον ασυμμάζευτο εκείνο θεό των Ελλήνων,
άλλαξε
μορφή, και με μορφή αγγέλου, την πλησίασε,
της
είπε πως θα κάνει γιό, και έφυγε,
αφήνοντάς
την φεύγοντας, άπραγη κι ανίδεη,
όπως
τη βρήκε.
Και
σαν να μην έφταναν αυτά, σαν να μην έφτανε
που
της στέρησαν ακόμα και τις χαρές της έτοιμης γυναίκας,
καταδικάζοντάς
την να ζει ανέγγιχτη με άντρα
που
δεν ήταν άντρας της, παρά προστάτης
και
φύλακας της τιμής του άφαντου συζύγου.
Σαν
να μην έφτανε, τέλος, (το πιο φρικτό κι αβάσταχτο),
να
της κρεμάσουν το παιδί, για να δοξάζεται ο ανάλγητος πατέρας,
την
εμπαίζουν κι από πάνω, στις εκκλησιές τους οι φαρισαίοι,
υμνώντας
και δοξολογώντας την, για ό, τι δε θά ‘θελαν ποτέ να τους συμβεί -
να
παραμένει, αυτή, απ΄ όλες τις μητέρες, παρθένα εν αναμονή,
ενός
άρρητου και ακατάληπτου συζύγου,
σε
έναν γάμο αφύσικο απροκάλυπτης σκοπιμότητας
που,
ούτε ο θάνατος, δεν ίσχυσε να λύσει.
Κώστας
Σοφιανός
07.05.19
*******
(Φοιτηής
της Αγγέλας Καστρινάκη δεν είμαι, και έτσιι δεν γνωρίζω τί διδάσκει, όταν
διδάσκει "δημιουργική γραφή".
Κρίνω
όμως, ότι δημιουργική γραφή, είναι η γραφή που παράγει γραφή περαιτέρω, και
δημιουργικός, γενικότερα, λόγος, είναι ο λόγος, που παράγει περαιτέρω λόγο, και
έργο δημιουργικό, εν τέλει, είναι κάθε έργο παραγωγικό έργο άλλο και αλλουνού.
Αυτά
ως εισαγωγή στα ποιήματά μου "Πηνελόπες", που ανήρτησα εδώ προχθές,
και "Νόστιμον ήμαρ", που θα αναρτήσω τώρα, και που αφορμώνται από τις
"ΠΗΝΕΛΟΠΕΣ", την εν εξελίξει εργασία της Καστρινάκη, περί της
διαχρονικής και διακειμενικής τύχης της Ομηρικής εκείνης, στην παγκόσμια
γραμματεία, έργο (μέρος του οποίου υπάρχει στο διαδίκτυο), και βάσει των
προηγουμένων αποφάνσεων, ΕΡΓΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟ.
Ακολουθεί,
στην αμέσως επόμενη ανάρτηση το "Νόστιμόν ήμαρ")
ΝΟΣΤΙΜΟΝ
ΗΜΑΡ
(Σχόλιο,
β΄ στις «Πηνελόπες» της Αγγέλας Καστρινάκη)
Μόνον
ο ήλιος έμεινε πια απ’ την Ελλάδα,
μάτι
του Κύκλωπα -
ειρωνικό
των κομπασμών σου Οδυσσέα.
Είδε
κι έπαθε να ξεφύγει.
άλαλο
ζώο κάτω από το ζώο,
και
διαλαλούσε ύστερα στα τρίστρατα,
ότι
αυτός ετύφλωσε τον γιό του Ποσειδώνα.
Όμως,
το «ξέρεις ρε ποιός είμ’ εγώ»,
κοστίζει
μάγκα:
Φορτώσου
τώρα δέκα χρόνους στα αφρισμένα κύματα,
και
χίλιες φορές στου Χάρου τα δόντια – για να μάθεις,
(αν
γίνεται ποτέ Ρωμιός να μάθει από τα λάθη, και τα πάθη του).
-Περασμένα
ξεχασμένα, θα μου πεις,
κακό
που πέρασε κακό πιa δεν είναι.
-Αυτό
λέγαμε κι εμείς:
«περασμένα
ξεχασμένα,
κακό
που πέρασε κακό πια δεν είναι».
Κάποτε
μάλιστα βγαίνει σε καλό,
όπως
στην περίπτωσή σου,
που
σ’ εσένανε προσέδωσε υπόσταση αρχετύπου,
και
σε εμάς έναν λόγο αρχέγονο να περνιόμαστε για μάγκες.
Μόνο
που –
πες,
γιατί
εκτός από τυφλός βαριάκουγε κιόλας,
πες,
γιατί
ήταν κι αυτός της άποψης
τα
εν οίκω μη εν δήμο,
το
σενάριο,
δεν
τελειώνει εκεί που τό ‘κλεισε ο αμφίβολος αφηγητής.
΄Ακου
λοιπόν τα παμπάλαια νέα,
που
ο κόσμος τάχει τούμπανο,
-ας
όψεται εκείνη η Καστρινάκη-,
κι
εμείς κρυφό καμάρι:
με
όλους κοιμήθηκε η «ανέγγιχτή» σου !
και
βέβαια, για τον Τηλέμαχο,
τίνος
σπορά είναι,
όρκο
κανείς δεν παίρνει !
Κι
όσο για το «πρότυπο βασίλειό σου»,
τα
πράγματα θα τά ΄βρεις όπως τ΄ άφησες :
οι
μπάσταρδοι των μνηστήρων το αρμέγουν,
τρωγοπίνοντας
και καλοπερνώντας στις πλάτες του απλού λαού…
Μόνον
ο ήλιος έμεινε πια απ΄την Ελάδα –
καρκινοβόλος
τοξευτής των γουρουνιών της Κίρκης…
Νόστιμον,
«νοστιμότατον», πράγματι, ήμαρ !
Κώστας
Σοφιανός
10.05.19
© Assimina
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου